Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Ο γερο-τυφλοπόντικας του ρεβιζιονισμού

Παρίσι 1965. Μια ετερόκλητη ομάδα ακτιβιστών της αριστεράς (αντισταλινικοί κομμουνιστές, καταστασιακοί, αναρχικοί, κλπ), ιδρύουν έναν εκδοτικό οίκο και παράλληλα ένα βιβλιοπωλείο με το όνομα «Ο γερο-τυφλοπόντικας» (La Vieille Taupe). Το όνομα δεν είναι τυχαίο: Προέρχεται από το περίφημο απόσπασμα του Καρόλου Μαρξ, στο μεγάλο ιστορικό έργο, «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»:

«Αλλά η επανάσταση είναι συστηματική. Ακόμα, ταξιδεύει μέσα στο καθαρτήριο. Κάνει τη δουλειά της μεθοδικά... Και όταν έχει ολοκληρώσει το δεύτερο μισό της προκαταρκτικής της εργασίας, η Ευρώπη θα αναπηδήσει απ' το κάθισμά της και θα φωνάξει: έσκαψες καλά, γερο- τυφλοπόντικα!», όπου με τη ζωική αλληγορία (κάποιοι την αποκαλούν «ζωοπολιτική»), αναφέρεται στις ταξικές συγκρούσεις που διαδραματίζονται στην υποδομή του συστήματος, συγκρούσεις που θα φέρουν στην επιφάνεια με τον πλέον θεαματικό τρόπο την επανάσταση.

«Ψυχή» του βιβλιοπωλείου, «ιδιοκτήτης» του ονόματος και υπεύθυνος για τον νόμο, ο Pierre Guillaume. Μαζί, ο Francois Cerutti, ο Bernard Ferry και ο Americo Nunes da Silva. Στόχος, η δημοσίευση και διάδοση κειμένων της άκρας αριστεράς. Συμβουλιακοί κομμουνιστές, καταστασιακοί της ομάδας του Debord, μπορντιγκιστές του Le Parti communiste international, λουξεμπουργκιστές και φυσικά η παρέα του «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» των Καστοριάδη, Claude Lefort, θα βρουν έναν φιλόξενο εκδοτικό οίκο για την κυκλοφορία των έργων τους.

Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό, οι αντιθέσεις και συγκρούσεις μεταξύ των ιδρυτών του βιβλιοπωλείου δεν θα αργήσουν να οδηγήσουν στην πρώτη διάσπαση, ένα μόνο χρόνο μετά την ίδρυσή του. Το 1966, οι καταστασιακοί, αποσύρονται και μαζί αποσύρουν και τα δημοσιευμένα έργα τους.

Ο Μάης του 1968, αποτελεί σταθμό στην πορεία του βιβλιοπωλείου. Σταθμό, γιατί στα πλαίσια της λογικής της ισοπέδωσης, που έβλεπε τον καπιταλισμό ως μοναδική αιτία όλων των δεινών και της προσπάθειας να αποδοθούν αποκλειστικά οικονομικά κίνητρα για όλες τις ενέργειες των ανθρώπων και όλα τα κοινωνικά φαινόμενα, άρχισαν να εκδίδονται έργα – προερχόμενα κυρίως από τους μπορντιγκιστές – που χαρακτηρίζονταν από ακραίο οικονομισμό και καταστροφισμό, στοιχεία που θα συνοψιστούν αργότερα στην γενική ονομασία «χυδαίος μαρξισμός». Προεκτάσεις, αλλά και διαστρεβλώσεις του πνεύματος του Μάη, που χαρακτηριζόταν από υπερεπαναστατικό ενθουσιασμό, με το τέλος του καπιταλισμού να βρίσκεται χρονικά πολύ κοντά.

1970. Ο «γερο-τυφλοπόντικας», εκδίδει μια ανώνυμη μπροσούρα γραμμένη πριν από δέκα χρόνια, από κάποιον μπορντιγκιστή, με τίτλο: «Άουσβιτς, ή το μεγάλο άλλοθι» (Auschwitz ou le grand alibi). Η πρώτη δημοσίευση, ήταν στο περιοδικό “Programme Communiste” που ήταν η γαλλική μπορντιγκιστική επιθεώρηση, κάπου στα μέσα του 1960 και είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητη.

Το περιεχόμενο της μπροσούρας, ακραίο (εξοργιστικά ακραίο) και υπεραπλουστευτικό. Αποθέωση του χυδαίου μαρξισμού, τυπικό αρνητικό παράδειγμα εργαλειακής χρήσης της μαρξικής θεωρίας:

«Δεν υπάρχουν άνθρωποι, προσωπικότητες, παρά μόνο φορείς ταξικών συμφερόντων και σχέσεων».

«Η εξόντωση των Εβραίων αποτελεί το μεγάλο άλλοθι του αντιφασιστικού στρατοπέδου για την δικαιολόγηση των εγκλημάτων του σε βάρος του γερμανικού λαού. Μόνο με τη Γενοκτονία, το αντιφασιστικό στρατόπεδο μπορεί να δικαιωθεί, χωρίς αυτή, μιλάμε για μια απίστευτη ομοιότητα μεταξύ των δύο μεγάλων ιμπεριαλιστικών στρατοπέδων».

«Οι Εβραίοι θα εξοντωθούν ως μικροαστοί, ως μη έχοντες θέση στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής. Θα θυσιαστούν από τους Γερμανούς μικροαστούς, οι οποίοι με αυτόν τον τρόπο θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν την θέση τους στο σύστημα». Η φυσική εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, θα αποκαλεστεί απλά, ως «έξοδος από την παραγωγή». «Οι Ναζί θα προσπαθήσουν να διαπραγματευθούν τις ζωές των Εβραίων με οικονομικά ανταλλάγματα, αλλά οι αντιφασιστικές χώρες θα αδιαφορήσουν. Οι προλετάριοι, δεν πρέπει να νοιάζονται ιδιαίτερα για την τύχη των μικροαστών Εβραίων. Οι εργάτες, ζούσαν και ζουν, πριν και μετά τον πόλεμο, ένα συνεχές Άουσβιτς, μια πραγματική κόλαση, όπως ακριβώς είναι η ζωή τους στον καπιταλισμό. Η καθημερινή ζωή ενός προλετάριου στον καπιταλισμό, δεν διαφέρει από την ζωή ενός έγκλειστου στο Άουσβιτς, στο παραμικρό».

Από επιστημονική άποψη, το κείμενο ήταν εξαρχής προβληματικό. Στο Άουσβιτς, δεν εξοντώθηκαν μονάχα μικροαστοί Εβραίοι, αλλά και προλετάριοι, όπως και κάποιοι μεγαλοαστοί. Στην πραγματικότητα, δεν εξοντώθηκαν μόνο Εβραίοι από τον παροξυσμό του ναζιστικού φυλετικού μίσους, αλλά και άλλοι «υπάνθρωποι» που ανήκαν σε «κατώτερες φυλές», Σλάβοι, Ρομά, Σίντι, κλπ. Η διαπραγμάτευση που έγινε μεταξύ ναζί αξιωματούχων και των συμμάχων για τη σωτηρία ενός εκατομμυρίου Εβραίων, είναι αμφίβολη ιστορικά (βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην περίφημη ιστορία του Ουγγροεβραίου Joel Brand και στις υποτιθέμενες συνομιλίες που είχε με τον Άιχμαν). Και πολλά άλλα.

Παρά τα προβλήματα, η μπροσούρα στην επανέκδοσή της το 1970, προκάλεσε και προκαλεί αίσθηση, θεωρούμενη δίκαια ως το πρώτο ρεβιζιονιστικό έργο στη Γαλλία. Από την αμφισβήτηση των αιτιών και της μοναδικής φύσης (ιστορικά ανεπανάληπτο), του Ολοκαυτώματος, το πέρασμα στην ίδια την ολοκληρωτική άρνησή του δεν είναι παρά ένα φυσικό επακόλουθο.

Ο συγγραφέας του κειμένου είναι άγνωστος (πιθανά ο Γάλλος ακτιβιστής Martin Axelrad), αφού οι μπορντιγκιστές επέμεναν στη λεγόμενη συλλογική γραφή και στην επίσης συλλογική ευθύνη του περιεχομένου των βιβλίων που κυκλοφορούσαν από την ομάδα τους.
Λέχθηκε, ότι ο συντάκτης ήταν ο ίδιος ο Αμαντέο Μπορντίγκα, κάτι που δεν αποδείχθηκε ποτέ.

O Amadeo Bordiga.. Ηταν αντίθτος μέχρι το τέλος της ζωής του σε οποιαδήποτε υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας και στον αντιφασισμό, ως ξένη πολιτική διδασκαλία στην ταξική πάλη του προλεταριάτου.

Ο λενινιστής Μπορντίγκα, ιδρυτής και πρώτος γραμματέας του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, κατά την διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κράτησε μια ντεφαιτιστική στάση, που δύσκολα θα μπορούσε να την ονομάσει κανείς, επαναστατική. Στην ουσία σιώπησε – ο Μουσολίνι δεν τον ενόχλησε ποτέ – ενώ φαίνεται, να διατηρούσε σχέσεις τουλάχιστον μέχρι το 1943, με τον άλλοτε δεύτερο γραμματέα του Ιταλικού ΚΚ και μετέπειτα φασιστή ηγέτη και σύμβουλο του Μουσολίνι, Νικόλα Μποτάτσι και να αρθρογραφούσε στο νόμιμο «σοσιαλιστικό» περιοδικό του.

Όπως και να είναι, ο Μπορντίγκα δεν μίλησε στα επόμενα δέκα χρόνια (από το 1960, μέχρι τον θάνατό του, το 1970), για το κείμενο αυτό, αλλά ούτε και το καταδίκασε. Φαίνεται να συμφωνούσε. Στην τελική, το άρθρο, αποτελούσε και μια μορφή απολογητικής για την συνολική στάση που πήρε ο ίδιος και η ομάδα του στον αντιφασιστικό αγώνα του ιταλικού λαού και στην αντίστασή του ενάντια των Γερμανών κατακτητών. Όχι άδικα λοιπόν, το «Αρχείο Μαρξιστών στο Ίντερνετ», το περιλαμβάνει στην εργογραφία του.

Το φυλλάδιο, συνάντησε πολλές αντιδράσεις από την Αριστερά, ακόμα και από πολλούς συντρόφους του Pierre Guillaume. Κάποιοι όμως κύκλοι της άκρας αριστεράς, ειδικά στη Γαλλία, συνέχισαν και συνεχίζουν να το υιοθετούν, αρνούμενοι τον χαρακτηρισμό του «ρεβιζιονιστικού έργου». Το PCI, το Διεθνές Κομμουνιστικό Κόμμα (μπορντιγκιστικής κατεύθυνσης), θεωρεί, ότι η άρνηση της μοναδικότητας του Ολοκαυτώματος, δεν σε καθιστά αυτόματα και αρνητή του:
«αρνούμαστε ότι τα ναζιστικά εγκλήματα είναι μοναδικά στην ιστορία [...] απλά, αναλογιστείτε τις σφαγές των Τούτσι στη Ρουάντα, και θυμηθείτε την εγκληματική συνενοχή της γαλλικού ιμπεριαλισμού στην προετοιμασία των δολοφονιών [...] Η ρίζα αυτών των εγκλημάτων είναι στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα»,

υποστηρίζουν ακόμα και σήμερα, οι εναπομείναντες μπορντιγκιστές.

Μετά το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε από τις συνεχείς ιδεολογικές και πολιτικές ρήξεις, ο «Γερο-τυφλοπόντικας», το 1972 θα κλείσει. Η μικρή ομάδα που θα ακολουθήσει τον Pierre Guillaume θα ονομαστεί «Κομμουνιστικό Κίνημα» και θα συνεχίσει να εκδίδει ένα ενημερωτικό φυλλάδιο, με τον ίδιο τίτλο.
Το 1979 , ο Pierre Guillaume θα αναδημοσιεύσει «Το ψέμα του Οδυσσέα» του πατέρα του ρεβιζιονισμού Paul Rassinier, εγκαινιάζοντας έτσι και την δεύτερη ιστορική περίοδο του βιβλιοπωλείου-εκδοτικού οίκου.
 Ο Πολ Ροσινιέ, ο πατριάρχης του ρεβιζιονισμού. Πρώην κομμουνιστής και πρώην κρατούμενος του ναζισμού. Ξεκινώντας από την απομυθοποίηση της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατουμένων στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, θα φτάσει στην άρνηση του ίδιου του Ολοκαυτώματος.

 Το μόνο όμως κοινό, μεταξύ της πρώτης και δεύτερης περιόδου του βιβλιοπωλείου, θα είναι το όνομα. Ο εκδοτικός οίκος, θα αφιερωθεί σχεδόν αποκλειστικά, στην κυκλοφορία βιβλίων που αρνούνται με «επιστημονικά επιχειρήματα» το Ολοκαύτωμα και θα μετατραπεί στην ναυαρχίδα του ευρωπαϊκού ρεβιζιονισμού. Τον Rassinier, θα ακολουθήσει Robert Faurisson . Θα καταστεί σε όλους σαφές, ότι η La Vieille Taupe λειτουργεί πια ως μια μικρή ομάδα, αφιερωμένη εξ ολοκλήρου στην άρνηση του Ολοκαυτώματος, με βασικούς πρωταγωνιστές εκτός από τον Pierre Guillaume, τους Serge Thion, Jacob Assous, Jean-Gabriel Cohn-Bendit και άλλα πρωτοπαλίκαρα του ρεβιζιονισμού.




Το εξώφυλλο του βιβλίου του (γενικά μετριοπαθούς) ρεβιζιονιστή  Serge Thion, με τίτλο «Ιστορική αλήθεια ή πολιτική αλήθεια;», εκδόσεις La Vieille Taupe, Παρίσι 1980. Χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Βεβαίως υπήρξαν τεχνητές θανατώσεις με αέριο, αλλά το ερώτημα των βιομηχανικών μεθόδων δεν έχει εξεταστεί, ώστε να λύνει όλες τις απορίες που δικαιούμαστε να έχουμε για τη λειτουργία κάθε άλλης βιομηχανικής επιχείρησης σε άλλο περιβάλλον».

Οι πρώην σύντροφοι του Guillaume, θα κρατήσουν αρχικά αποστάσεις από το νέο προσανατολισμό του «γερο-τυφλοπόντικα». Στη συνέχεια, θα περάσουν στην επίθεση εναντίον του, αποκαλώντας το βιβλιοπωλείο και τον ιδιοκτήτη του «γάγγραινα στον χώρο της αριστεράς» (κείμενο των πρώην μελών της ομάδας, στην Liberation στις 26.10.1980). Ο ισχυρισμός του Guillaume, ότι ο Debord ήταν και αυτός (μυστικά) αρνητής του Ολοκαυτώματος, μόνο οργή θα προκαλέσει στη γαλλική άκρα αριστερά.

Ο Guillaume, θα συνεχίσει να δουλεύει τον «γερο-τυφλοπόντικα», με πολλά όμως οικονομικά αλλά και νομικά προβλήματα, ειδικά με την ψήφιση το 1990, του Gayssot, (του νόμου που ποινικοποιεί τον αντισημιτισμό και την άρνηση του Ολοκαυτώματος) από τη γαλλική βουλή.
Το 1995, το βιβλιοπωλείο θα ανακουφιστεί κάπως οικονομικά, εκδίδοντας το περίφημο βιβλίο του Γκαρωντύ «Οι θεμελιώδεις μύθοι της ισραηλινής πολιτικής», βιβλίο ρεβιζιονιστικής κατεύθυνσης, που γνώρισε όμως αναπάντεχη επιτυχία, κυρίως λόγω του μεγάλου ονόματος του συγγραφέα.


Η εκδοτική όμως παραγωγή και κυκλοφορία, δεν θα γλιτώσει τελικά από την φθίνουσα πορεία που είχε πάρει, με μοναδικούς πια πελάτες, τα μέλη ακροδεξιών, φασιστικών και νεοναζιστικών οργανώσεων.

Ο «γερο-τυφλοπόντικας» πήρε λάθος δρόμο, απ’ ότι τελικά φάνηκε.

Σημειώσεις: 

1. _ Όσοι ενδιαφέρονται για την μπορντιγκιστική ανάλυση του φασιστικού φαινομένου, αξίζει να διαβάσουν το βιβλίο του Γάλλου θεωρητικού Jean Barrot (Gilles Dauvé):

Φασισμός - Αντιφασισμός (Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος), από τις εκδόσεις «Ελεύθερος Τύπος», σε μετάφραση του Νίκου Αλεξίου (Αθήνα, 2002). Ένα άκρως ενδιαφέρον κείμενο, με πολύ εύστοχες παρατηρήσεις, που όμως συνυπάρχουν με τα προβλήματα και τα αδιέξοδα της μπορντιγκιστικής λενινιστικής παράδοσης. Τα αποκαλώ αδιέξοδα, επειδή το Άουσβιτς και το Ολοκαύτωμα γενικότερα, δεν μπορεί να ερμηνευτεί αποκλειστικά με μαρξιστικά εργαλεία (πώς πετάει ο καπιταλισμός τόση εργατική δύναμη στα σκουπίδια), κάτι που είναι αδιανόητο για έναν συνεπή μπορντιγκιστή. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα, που κινείται ακριβώς στη λογική του «Άουσβιτς, ή το μεγάλο άλλοθι», που αναφέρθηκε στην αρχική δημοσίευση:

Η κοινή γνώμη δεν καταδικάζει τόσο πολύ τον ναζισμό για τις φρικαλεότητές του, διότι έκτοτε άλλα κράτη - στην πραγματικότητα η καπιταλιστική οργάνωση της παγκόσμιας οικονομίας- έχουν αποδειχθεί εξίσου καταστροφικά για την ανθρώπινη ζωή με τους ναζί, μέσω πολέμων και τεχνητών λιμών. Μάλλον ο ναζισμός καταδικάζεται επειδή ενήργησε εσκεμμένα, επειδή ήταν συνειδητά διεφθαρμένος, επειδή αποφάσισε να εξοντώσει τους Εβραίους. Κανείς δεν ευθύνεται για τους λιμούς που αποδεκατίζουν λαούς ολόκληρους, εκτός από τους ναζί - αυτοί ήθελαν να εξοντώνουν.Για να εκριζώσει κανείς αυτήν την παράλογη ηθικολογία, θα πρέπει να έχει μια υλιστική αντίληψη για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Αυτά δεν υπήρξαν προϊόν ενός κόσμου που παραφρόνησε. Αντιθέτως, ακολουθούσαν την συνήθη καπιταλιστική λογική που εφαρμόζεται σε ειδικές περιστάσεις. Τόσο όσον αφορά την δημιουργία, όσο και την λειτουργία τους, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως ανήκαν στον καπιταλιστικό κόσμο...

Το βιβλίο υπάρχει στο SCRIBD.

_ Για τις ευθύνες του Bordiga στην μη αναπόφευκτη νίκη του φασισμού στην Ιταλία και τις γενικότερες αντιλήψεις του (Κόμμα, αστική δημοκρατία, ταξική πάλη, φασισμός, αντιφασισμός), μια πολύ καλή δουλειά από το «Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο»: 

2.  Μια από τις πλέον εμπεριστατωμένες αναλύσεις ενάντια στον ρεβιζιονισμό, από την ιστορικό Nadine Fresco: 

The Denial of the DeadOn the Faurisson Affair

3. Το «Ολοκαύτωμα της αριστερής σκέψης», από την δημοσιογραφική ομάδα του Ιού (24.11.1996). Αφιέρωμα στους αντίστοιχους Έλληνες «γερο-τυφλοπόντικες».


4. Για την εσφαλμένη χρήση του όρου «ρεβιζιονισμός», στην περίπτωση των αρνητών του Ολοκαυτώματος, αξίζει να διαβαστεί η ανάλυση του Χάγκεν Φλάϊσερ, στο βιβλίο του «Οι πόλεμοι της μνήμης: Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η δημόσια Ιστορία», εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 2008.
βλ. το κεφάλαιο: «Άλλο αναθεώρηση της Ιστορίας και άλλο άρνηση».

Σάββατο 20 Ιουλίου 2013

Απεργίες στην διάρκεια της χούντας (1967-74)




Οι εργατικοί αγώνες στην περίοδο της απριλιανής δικτατορίας (1967-1974). 

Το δικτατορικό καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967, συνέτριψε το συνδικαλιστικό κίνημα που μόλις είχε αρχίσει να ανασυγκροτείται μετά την μεγάλη ήττα της Αριστεράς στον Εμφύλιο Πόλεμο 1946-1949. Στην πραγματικότητα, δεν έθιξε καθόλου την εργατοπατερική ΓΣΕΕ (η οποία χαιρέτισε με ενθουσιασμό την «Επανάστασιν» και κάλεσε τους εργάτες να γιορτάσουν την Πρωτομαγιά του 1967 στο Σύνταγμα υπό την προστασία των αρμάτων), αλλά τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που βρίσκονταν έξω από αυτήν και της ασκούσαν συστηματική και συνεχή αντιπολίτευση όλη την προηγούμενη περίοδο. 

 Οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ, παρέα με τους δικτάτορες.

Το νομοθετικό πλαίσιο της χούντας όσο αφορά την δυνατότητα άσκησης από τους εργάτες του δικαιώματος της απεργίας, ήταν εξαιρετικά ασφυκτικό. Με το «Σύνταγμα» του 1968, οριζόταν ότι η κήρυξη απεργίας θα μπορούσε να γίνει μόνο για αυστηρά «οικονομικούς λόγους». Η ερμηνεία του όρου «οικονομικός», ήταν άκρως ελαστική και υπαγόταν στην ευχέρεια των κατασταλτικών μηχανισμών του χουντικού καθεστώτος. Πρακτικά, στην περίοδο, σημειώθηκε μια εκρηκτική συσσώρευση κεφαλαίου από την αστική τάξη και αντίστοιχα, ειδικά μετά την οικονομική κρίση του 1973, μια επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων. Υπερκέρδη για την κεφαλαιοκρατία, «υπομονή στη φτώχεια τους» για τους εργαζομένους (σύσταση του τότε υφυπουργού Εργασίας). 

 Αύγουστος του 1969. Προκήρυξη του ΑΕΜ (Αντιδικτατορικό Εργατικό Μέτωπο. Στην πραγματκότητα, καμιά από τις παράνομες συνδικαλιστικές οργανώσεις στην διάρκεια της δικτατορίας (ΕΣΑΚ, ΑΕΜ, ΔΕΚΕ), δεν μπόρεσε να αναπτύξει μαζική δράση και να οργανώσει τους διεκδικητικούς αγώνες της εργατικής τάξης.


Πάντως, παρά την τρομερή καταστολή, στην διάρκεια της χούντας, σημειώθηκαν – ειδικά το  1973 – απεργιακές κινητοποιήσεις (Τα στοιχεία από την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» της 21.4.1997):

  1.  Ιούνιος 1968: Αναφέρεται στάση εργασίας στη μεταλλουργική βιομηχανία «Θερμίς», με αιτήματα μισθολογικού χαρακτήρα.
  2. Απρίλιος 1969: Στάση εργασίας των πιλότων της Ολυμπιακής Αεροπορίας.
  3. Μάιος 1970: Νέα στάση εργασίας των πιλότων της ΟΑ.
  4. Στάση εργασίας στο υφαντουργείο «Γιούλα» της Κοκκινιάς. Οι εργαζόμενοι κερδίζουν την επαναπρόσληψη των απολυθέντων και σημαντικές αυξήσεις. 
  5. Μάιος 1971: Απεργία 30 αφρικανών εργαζομένων στο «Ξενία» του Βόλου για βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους (1/5). 
  6. Ιούνιος 1971: Στάσεις εργασίας στο εργοστάσιο «Tide» για αυξήσεις και λήψη μέτρων ασφαλείας. 
  7. Ιούλιος 1973: Εικοσιτετράωρες απεργίες των τυπογράφων των αθηναϊκών εφημερίδων για αυξήσεις μισθών (2,5/7). 
  8. Απεργία των τεχνικών εδάφους των εσωτερικών γραμμών της ΟΑ (8/7). 
  9. Απεργία των συντακτών στις εφημερίδες «Ακρόπολις», «Απογευματινή», «Βήμα», «Νέα» και «Βραδυνή» για αυξήσεις (17-20/7). 
  10. Απεργία των αλιεργατών στην Καβάλα για τη σύναψη συλλογικής σύμβασης.
  11. Αύγουστος 1973: Νικηφόρα απεργία των πιλότων της ΟΑ, καθηλώνει στο έδαφος όλα τα αεροσκάφη της εταιρείας (18-19/8). 
  12. Απεργία στα τρόλεϊ με μεγάλη επιτυχία και νίκη των απεργών (27/8).
  13. Σεπτέμβριος 1973: Απεργία του προσωπικού της Ολυμπιακής (19/9). 
  14. Μαχητική συγκέντρωση των εμποροϋπαλλήλων για το ωράριο στην Αθήνα. Επεισόδια με την αστυνομία και συλλήψεις (19/9), κερδίζουν όμως (προσωρινά) την ημιαργία της Τετάρτης (24/9). 
  15. Απεργία των χειριστών της ΔΕΗ στο λιγνιτωρυχείο της Μεγαλόπολης (24/9). 
  16. Οκτώβριος 1973: Δίωρη γενική απεργία στα Μέγαρα, κατά των σχεδίων για εγκατάσταση εργοστασίου αλουμίνας και διυλιστηρίου στην πόλη (12/10). Συλλαλητήριο 12.000 κατοίκων της πόλης για την ίδια υπόθεση (14/10). 
  17. 24ωρη απεργία του προσωπικού της ΔΕΗ στην πρωτεύουσα κατά του νέου κανονισμού εργασίας, με συμμετοχή 97% (29/10).  
  18. Νοέμβριος 1973: 48ωρη απεργία των εργαζομένων στη ΔΕΗ του λεκανοπεδίου, με συμμετοχή 99% (14-15/11).  
Τα κοινά σημεία αυτών των εργατικών κινητοποιήσεων, ήσαν:
·         Είχαν όλες τεράστια συμμετοχή.
·         Ήσαν σύντομης διάρκειας.
·         Ξεκίνησαν με την πρωτοβουλία πρωτοβάθμιων σωματείων.
·         Δεν είχαν καμία στήριξη από τις συνομοσπονδίες ή τα εργατικά κέντρα στα οποία υπάγονταν.
·         Οι παράνομες συνδικαλιστικές οργανώσεις, δεν είχαν καμιά συμμετοχή ή ρόλο στους αγώνες αυτούς.  Ο κανόνας που θέλει τις παράνομες συνδικαλιστικές οργανώσεις να αδυνατούν εντελώς να κινητοποιήσουν τους εργάτες, για μια ακόμα φορά επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωση της χούντας.  Ο μόνος τρόπος να αποκτήσουν οι παράνομες οργανώσεις μαζική απήχηση, είναι να διεισδύσουν στις νόμιμες οργανώσεις (περίπτωση Ιβηρικής Χερσονήσου και διείσδυση αριστερών συνδικαλιστών στα κρατικά συνδικάτα στην διάρκεια της φρανκικής και σαλαζαρικής περιόδου).
·         Τέλος, όλες οι εργατικές κινητοποιήσεις, είχαν ως αφετηρία τα άμεσα και καυτά οικονομικά προβλήματα των εργαζομένων, που ειδικά, με την τεράστια πληθωριστική αύξηση που σημειώθηκε το 1973, είχαν οξυνθεί, σε σημείο να αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους, πραγματικό ζήτημα επιβίωσης.

Δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε και τη σχετική φιλελευθεροποίηση του καθεστώτος μέσα στο 1973, με το «Πείραμα Μαρκεζίνη», γεγονός που επέτρεψε ένα μίνιμουμ νόμιμης συνδικαλιστικής δράσης σε πολλούς εργασιακούς χώρους.

Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στην απεργία των τρόλεϊ, τον Αύγουστο του 1973. Σε αυτήν πρωτοστάτησαν κυρίως νέοι συνδικαλιστές, που δεν είχαν καμιά σχέση με την συνδικαλιστική δράση της προηγούμενης περιόδου και καμιά σύνδεση με τις παράνομες οργανώσεις.  Η συγκεκριμένη απεργία, περιγράφεται με αναλυτικά, στο βιβλίο του δικηγόρου Θεόδωρου Θεοδώρου «Στοιχεία για την εργατική τάξη στην Ελλάδα σήμερα» (Αθήνα 1975, έκδοση «ομάδα εργασία»).  Ο Θεοδώρου, βοήθησε τους νέους συνδικαλιστές των τρόλεϊ να φτιάξουν ένα νέο πρωτοβάθμιο σωματείο, κόντρα στο παλιό εργατοπατερικό, παρέχοντας νομική βοήθεια. Η ίδρυση του νέου σωματείου στις αρχές του 1970, οδήγησε στην διενέργεια ελεύθερων εκλογών μεταξύ των εργαζομένων, (αφού πρώτα υπήρξε συμβιβασμός των δύο σωματείων),  γεγονός που ανέδειξε μια νέα και μαχητική συνδικαλιστική ηγεσία. Η επιτυχημένη απεργία του Αυγούστου του 1973, παρά τις απειλές και την τρομοκρατία της χουντικής κυβέρνησης, ήταν φυσικό επακόλουθο αυτής της διαδικασίας. 

Για περαιτέρω μελέτη – πέρα από το βιβλίο του Θεοδώρου που ανέβηκε στο SCRIBD – διαβάστε την πολύ καλή μελέτη της Στέλλας Ζαμπαρλούκου, «Κράτος και εργατικός συνδικαλισμός στην Ελλάδα, 1936-1990: Μια συγκριτική προσέγγιση» (Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, στη σειρά «Θεσμοί της ελληνικής κοινωνίας», Αθήνα-Κομοτηνή 1997).